Μια φορά κι έναν καιρό, τότε που η Ελλάδα μεσουρανούσε στο Παγκόσμιο Motorsport, είχαμε την τύχη να απολαμβάνουμε κάθε χρονιά δύο από τα κορυφαία γεγονότα του κόσμου των ράλλυ. Ότι ήταν για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ράλλυ το Ακρόπολις, ένας από τους κορυφαίους παραδοσιακά αγώνες του θεσμού, ήταν για το Ευρωπαϊκό το Ράλλυ Χαλκιδικής.
Σήμαντρα, Βάβδος, Ορμύλια, Πλανά, Δουμπιά, Μεγάλη Παναγία, ονόματα βαθιά χαραγμένα στη μνήμη όλων των rallymen, χωριά που συνέδεσαν το όνομά τους με τις ειδικές διαδρομές του καλύτερου αγώνα του ERC και αναφέρονται σε κάθε «αγωνιστική» συζήτηση για το τότε. Σαν παραμύθι… Να τα θυμόμαστε να τα διηγούμαστε στα παιδιά μας, γιατί από ότι φαίνεται πολύ δύσκολα θα ξαναμυρίσουμε αγωνιστική σκόνη στις περιοχές αυτές…
Κακά τα ψέματα, κάπως έτσι ήταν τα παιδικά μας όνειρα… Να μπει ο Αύγουστος και η μελαγχολία από το πέρασμα του καλοκαιριού να αντικατασταθεί από τη γλυκιά προσμονή για το ράλλυ. Να μαζευτούμε στην Αγία Αικατερίνη, το εκκλησάκι στην εκκίνηση της ειδικής των Βραστάμων (σικ), στα όρια των τελευταίων,τότε, σπιτιών του Πολυγύρου και να περιμένουμε… Να περιμένουμε μέρες ολόκληρες μέχρι να έρθουν οι πρώτοι για δοκιμές. Nα γεμίσει σκόνη το βουνό και να μαζέψουμε αυτοκόλλητα στο συνεργείο του Καλατζή στον Πολύγυρο… Να καρτερούμε υπομονετικά την τελευταία εβδομάδα να έρθουν οι εφημερίδες με το ΚΤΕΛ στο χωριό, να διαβάσουμε σε κάποιο μονόστηλο ποιοι ξένοι θα τρέξουν στον αγώνα…
Παιδικοί ήρωες οι Biasion, Zanussi και Pregliasco με τις 037, o Tabaton με την S4 και οι δικοί μας Μοσχούς και «Στρατισίνο» που παίρνανε και τους μεγαλύτερους για βόλτα στα 240 RS… Σοβαρός και απόμακρος ο Capone, πιο φιλικός ο Fernandez που έπαιζε μαζί μας μπάλα, οι καλύτεροι οι μηχανικοί του Ragnotti που όσο ο Jeannot σκύλιαζε στο βουνό μας έφτιαχναν τα φρένα των ποδηλάτων μας… Αναμνήσεις… Όπως και τόσες άλλες που μας διηγούνταν οι «μεγάλοι» για τις “μπαντιές” του “Vudafien”, τις κόντρες του Carello με τον Siroco με τις Stratos, τις διαφορές στις 400αρες των “Tony” και McRae και το πόσα περάσματα μπορούσε να κάνει όλο το βράδυ ο Biasion γεμίζοντας φωτορυθμικά (υπήρχαν τότε;) τον Τσουκαλά…
«Ναι μας κάνει η Χαλκιδική»…
…δήλωσαν τον Αύγουστο του 1976 οι επιθεωρητές της FIA που παρακολούθησαν το 1ο Διεθνές Ράλλυ Χαλκιδικής, παρά τη σκληρότητα των ειδικών που επέτρεψε μόνο σε 6 από τα 40 πληρώματα που εκκίνησαν να φτάσουν στον τερματισμό. Στο Ευρωπαϊκό λοιπόν πρωτάθλημα από την επόμενη χρονιά, με δοκιμασμένη συνταγή, δύο δηλαδή σκέλη ακριβώς όμοια μεταξύ τους που διεξαγόταν βράδυ. Η 40αρα Μεγάλη Παναγία «έτρωγε κόσμο» κι έβγαζε διαφορές, ο ασφάλτινος Χολομώντας «ξεγελούσε», ενώ τις πρώτες πρωινές ώρες ο κλασικός Βάβδος, το «πονηρό» Παλαιόκαστρο και τα «γρήγορα» Σήμαντρα «ξεχώριζαν την ήρα από το στάρι».
Οι «Σιρόκο»- Μανώλης Μακρινός με Alpine Renault Α110 στο πρώτο και με Datsun 160J στο δεύτερο ήταν οι νικητές, μέχρι ο αγώνας να αποκτήσει ψηλό συντελεστή στο ERC και να μαζέψει επίδοξους διεκδικητές του Ευρωπαϊκού τίτλου. Κάπου εκεί άρχισε και η κυριαρχία των «ξένων» που χρειαζόταν το «παράσημο» του Χαλκιδικής για να κατακτήσουν το πρωτάθλημα, με τους Ιταλούς να κατέχουν τη μερίδα του λέοντος στις νίκες.
To Ραλλυ Χαλκιδικής έπαιξε για πολλά χρόνια αποφασιστικό ρόλο στην έκβαση του ERC και από το 1981 απέκτησε τον υψηλότερο συντελεστή στη βαθμολογία του ERC, κάτι που διατήρησε μέχρι την τελευταία φορά που διεξήχθη!
«Αν δεν έχεις τρέξει στο Χαλκιδικής είναι σαν να μην έχεις τρέξει στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα» είπε κάποτε ο δύο φορές Πρωταθλητής Ευρώπης Fabrizio Tabaton…
Στις βραδινές ειδικές της Χαλκιδικής έχασε ουσιαστικά τον τίτλο ο Antonio Zanini (Fiat 131 Abarth) από τον Jochi Kleint (Opel Ascona) το 1979, όταν εγκατέλειψε και ο αντίπαλος του κέρδισε τον αγώνα, ενώ στην Ελλάδα ο Ισπανός έκανε ουσιαστικό βήμα για την κατάκτηση του την επόμενη χρονιά, όταν με Porsche 911 κέρδισε τον Bernard Beguin με παρόμοιο αυτοκίνητο και τον ξεπέρασε στη βαθμολογία.
Εδώ «κλείδωσε» το πρωτάθλημα το 1981 ο Adartico Vudafieri (Fiat 131 Abarth), την πρώτη χρονιά μάλιστα που στον αγώνα περιλαμβανόταν ειδικές υπό το φως του ήλιου.
Από τους μεγαλύτερους μαθαίνουμε για τις ομηρικές μάχες των Jimmy McRae και “Tony” με τις 400αρες Ascona στα χώματα της Χαλκιδικής το 1982, με τον πατέρα του αείμνηστου Colin να κερδίζει τον αγώνα, τον Ιταλό όμως να κατακτά τον τίτλο, σε έναν αγώνα με πολλές κορυφαίες συμμετοχές! Εξαιρετικά ενδιαφέρον ήταν το ERC του 1984, με τον νικητή του ελληνικού αγώνα του θεσμού Carlo Capone (Lancia 037) να το «σηκώνει», λόγω της απουσίας από τους τελευταίους αγώνες ελέω τραυματισμού, του φαβορί για τον τίτλο, νεαρού τότε, Henri Toivonen.
Σπουδαίο αντίπαλο στο πρόσωπο του Patrick Snijers βρήκε ο Fabrizio Tabaton στο δρόμο για την κατάκτηση των «Ευρωπαϊκών» του το 1986 και το 1988. Ο Ιταλός οδηγός της HF Grifone που εκπροσωπούσε τη Lancia στο ERC «σφράγισε» τον τίτλο και τις δύο φορές στη Χαλκιδική, με την εύκολη νίκη του με την S4 στην πρώτη του επίσκεψη και την, υπό ασφυκτική «ελληνική» πίεση, επικράτηση του με Integrale στη δεύτερη.
Κάποιοι από εμάς θυμούνται έντονα την μονομαχία των Yves Loubet (Lancia Integrale), Patrick Snijers (Toyota Celica GT4) και “Jigger” (Lancia Integrale)το 1989, που κατέληξε με νίκη και τίτλο του Γάλλου, και τη «γιγαντομαχία» μεταξύ Liatti (Lancia Integrale 16V- ART), Tabaton (Lancia Integrale 16V- Grifone) και “Jigger” (Lancia Integrale 16V) το 1991, σε ένα από τα καλύτερα Χαλκιδικής όλων των εποχών. Για την ιστορία, ο μετέπειτα εργοστασιακός οδηγός της Subaru είχε κατακτήσει τη νίκη και το πρωτάθλημα Ευρώπης.
Στη δεκαετία του ’80, στα «καλά» χρόνια της Ελλάδας, έζησε τις χρυσές του εποχές και το Χαλκιδικής.
Κορυφαίος από άποψη συμμετοχών και ανταγωνισμού ήταν ο αγώνας του 1983. Ο Zanussi (Lancia 037) με καλύτερη γνώση του δρόμου από τους αντιπάλους του και με μεγάλη δίψα για διάκριση οδήγησε πιο γρήγορα από όλους και προηγήθηκε στο μεγαλύτερο μέρος του αγώνα. Όμως ο Ιταλός ήταν άτυχος καταστρέφοντας το κιβώτιο ταχυτήτων του αυτοκινήτου του στην Ορμύλια και περιορίστηκε στην τρίτη θέση, ενώ αυτός που τον καταδίωκε, ο πολύς Miki Biasion με ίδιο αυτοκίνητο και μετέπειτα πρωταθλητής Ευρώπης (αργότερα δις Παγκόσμιος Πρωταθλητής!), εγκατέλειψε από κινητήρα στην ίδια ειδική! Και ποιος κέρδισε; Ο πιο τυχερός από όλους Tonino Tognana (Lancia 037) που οδήγησε πιο συντηρητικά και απέφυγε τα προβλήματα, αφήνοντας δεύτερο τον Κενυάτη εργοστασιακό οδηγό της Nissan Shekhar Mehta, ενώ δεν κατάφεραν να τερματίσουν τα εργοστασιακά Opel Manta 400 με τους Jimmy Mcrae και Guy Frequelin.
Χαρακτηριστικά ήταν τα λόγια του «παγκόσμιου» Frequelin για τις ειδικές της Χαλκιδικής: «Πιστεύω πως το Ακρόπολις θα πρέπει οπωσδήποτε να περνάει από τις φανταστικές διαδρομές της Χαλκιδικής». Ούτε Ακρόπολις μας απέμεινε, ούτε Χαλκιδικής…
Πολλές ήταν οι κορυφαίες συμμετοχές και το 1985, στο επετειακό 10ο Ράλλυ Χαλκιδικής. Στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου ανέβηκε ο Miki Biasion με την Totip Lancia 037, μόνον όταν ο πρωταθλητής Γερμανίας Harald Demuth (Audi Quattro) που κέρδισε τις πρώτες 5 ειδικές διαδρομές εγκατέλειψε από έξοδο και ο «μεγάλος» Jean Ragnotti, που ήρθε στην Ελλάδα για να εξελίξει το Renault 5 Maxi Turbo στα χώματα της Χαλκιδικής, καθυστέρησε από πολλά κλαταρισμένα ελαστικά. Δύο ακόμη Ιταλοί, ο Andrea Zanussi και ο Mauro Pregliasco με τις West Lancia 037 συμπλήρωσαν το podium.
«Μαγείρεμα» είχαμε στα αποτελέσματα του Ράλλυ Χαλκιδικής το 1987. Ο νικητής Dario Cerrato (Lancia Delta HF 4WD) χρειάστηκε τη βοήθεια της ομάδας του και τις εντολές προς τον team–mate του στο Jolly Club Yves Loubet (Lancia Delta HF 4WD) για να μπορέσει να εξασφαλίσει τους βαθμούς που του χάρισαν το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα.
Ο Γάλλος, «ηθικός» νικητής του αγώνα, σήκωσε προοδευτικά το πόδι από το γκάζι στο δεύτερο σκέλος, για να αφήσει τον ομόσταβλό του, που έχασε πολύ χρόνο από κλατάρισμα την πρώτη ημέρα, να περάσει μπροστά και να πανηγυρίσουν όλοι μαζί τη νίκη-τίτλο! Το τρόπαιο του Ράλλυ Χαλκιδικής κατάφερε τελικά να προσθέσει ο Loubet στη συλλογή του δύο χρόνια αργότερα κερδίζοντας με Lancia Delta Integrale.
Και οι Έλληνες; «Τελικά δεύτεροι…» το ’78 με τους «Σιρόκο»- Μακρινό να υποκλίνονται στην ανωτερότητα του μετέπειτα πρωταθλητή Ευρώπης Tony Carello, με Έλληνες και Ιταλούς να οδηγούν δύο «περίπου» ίδιες Lancia Stratos. Αυτό το «τελικά δεύτεροι» μαζί με πολλά «αν», το ξεστομίσαμε για πολλά χρόνια ακόμη, με κύριους εκφραστές των ονείρων για εθνικό ύμνο στον τερματισμό τους Γιώργο Μοσχού και “Jigger” χωρίς ωστόσο κανένας τους να τα καταφέρει απέναντι στους Ιταλούς, κυρίως, «επαγγελματίες».
Ο Μοσχούς, με τους Αλέξανδρο Κωνσταντακάτο, Κώστα Φερτάκη, Μανώλη Μακρινό, Δημήτρη Βαζάκα δίπλα του κατά περίπτωση, τερμάτισε πρώτος Έλληνας έξι φορές, δεν μπόρεσε όμως να πλησιάσει ποτέ κοντά στη νίκη.
Ο “Jigger” ήταν αυτός που κοίταξε όσο κανείς τους εκλεκτούς του “gruppo” στα μάτια, φτάνοντας αρκετές φορές στην πηγή χωρίς δυστυχώς να πιεί νερό…
Πάντα με τον Κώστα Στεφανή στο πλευρό του, από τα αναγνωριστικά χρόνια με το Audi Quattro, όταν ως νεαρός και άπειρος εγκατέλειπε νωρίς, την απόκτηση εμπειριών στη συνέχεια στο κυνήγι των Cerrato και Loubet με την Lancia το ‘87, μέχρι την τελική επίθεση για Ελληνική νίκη στο Χαλκιδικής αρχής γενομένης από το ’88.
Ήταν η στιγμή που ο «ψηλός» δήλωνε έτοιμος για το βήμα παραπάνω, προετοιμασμένος καλύτερα από κάθε άλλη φορά! Αυτό φάνηκε στους χρόνους με τους “Jigger”- Στεφανή να κερδίζουν τον Ιταλό Πρωταθλητή Ευρώπης Fabrizio Tabaton στις περισσότερες ειδικές διαδρομές του πρώτου σκέλους (!!!) και να «οδηγούν» τον αγώνα μέχρι να τους προδώσει ο κινητήρας της Lancia Delta Integrale και να τους περιορίσει στη δεύτερη θέση με πολλά λεπτά χαμένα.
Η προσπάθεια θα επαναλαμβανόταν την επόμενη χρονιά. Με πολύ πιο έντονο συναγωνισμό που μεταφράζεται σε πολλές καλές Lancia Integrale και οδηγούς τον επόμενο πρωταθλητή Ευρώπης Yves Loubet, τους ταλαντούχους Ιταλούς Liatti και Arletti, τους Πρωταθλητές Γερμανίας, Τουρκίας, Ουγγαρίας, αλλά και τους διεκδικητές του ERC Βέλγους Snijers (Toyota Celica GT4) και Droogmans (Ford Sierra RS Cosworth), o Έλληνας Πρωταθλητής θα προσπαθούσε για το ακατόρθωτο.
Και για ακόμα μια χρονιά πλησίασε πολύ κοντά… Επικεφαλής του πρώτου σκέλους, εκμεταλλευόμενος την εγκατάλειψη του ταχύτατου Snijers και την καθυστέρηση του Loubet από κλατάρισμα, έφτασε στην ανασυγκρότηση με «αέρα» σχεδόν μισού λεπτού από τους αντιπάλους του. Στο δεύτερο σκέλος όμως μίλησε η εμπειρία και ο Loubet «επέστρεψε» κερδίζοντας όλες τις ειδικές και τη νίκη από τους Έλληνες για μόλις 16 δευτερόλεπτα, με τους “Jigger”-Στεφανή να το παλεύουν μέχρι την τελευταία ειδική! Κρίμα…
Νωρίς έσβησαν τα όνειρα για Ελληνική νίκη το 1990 όταν οι “Jigger”-Στεφανής τούμπαραν τη δεκαεξαβάλβιδη Lancia Delta Integrale με το καλημέρα, αφήνοντας πολύ μόνο τον Ιταλό Michele Rayneri με 8βάλβιδη «ιταλίδα» να κάνει περίπατο. Οι Κώστας Αποστόλου- Σάκης Μπέλλας (Lancia Delta Integrale), Γάκης Καλεμτζάκης- Ακύλας Μαυρίδης (Ford Sierra RS Cosworth) αλλά και ο τρομερός Ρώσος Alyasov με Lada Samara (!!!) ακολούθησαν.
To 1991 ήταν η τελευταία απόπειρα των πολυπρωταθλητών Ελλάδας για την πρώτη θέση της γενικής. Με αντίπαλους έναν στόλο από δεκαεξαβάλβιδες ιταλικές Integrale των δύο καλύτερων ημι-εργοστασιακών ομάδων τότε στον κόσμο, οι δικοί μας πίστεψαν στο όνειρο μέχρι να τους προδώσουν τα ηλεκτρικά του κινητήρα της γαλανόλευκης Δέλτα, στις αρχές του δεύτερου σκέλους. Μέχρι τότε οι “Jigger”-Στεφανής κρατούσαν με κάθε τρόπο την πρώτη θέση, εκμεταλλευόμενοι κι ένα κλατάρισμα του Liatti την πρώτη ημέρα, κοντράροντας τον νικητή και μετέπειτα πρωταθλητή Ευρώπης στα ίσα!
Αυτή ήταν και η τελευταία αξιόλογη προσπάθεια για να υψωθεί η ελληνική σημαία στον κεντρικό ιστό στον τερματισμό του Ράλλυ Χαλκιδικής, μέχρι να φτάσουμε στα «πέτρινα χρόνια» του Ευρωπαϊκού, με την απόσυρση της Lancia από τους αγώνες, τους ελάχιστους διεκδικητές του τίτλου και τους δευτεροκλασάτους επισκέπτες.
Ελλείψει ελληνικής συμμετοχής επιπέδου «γενικής», «περίπατο» έκανε το ‘92 στα καλύτερα χώματα της Ελλάδος ο Erwin Weber (Mitsubishi Galant VR-4) κατακτώντας νίκη και τίτλο, παρά τα προβλήματα με το turbo που αντιμετώπισε, ενώ αντίστοιχα την παράσταση έκλεψε ο Ιταλός Vanio Pasquali (Ford Escort RS Cosworth) την επόμενη χρονιά κερδίζοντας χωρίς να δυσκολευτεί από τον ανταγωνισμό.
Οι ελπίδες για ελληνικό εθνικό ύμνο στον τερματισμό επιστρέφουν το 1994, στο υποβαθμισμένο πλέον ERC, αλλά μένουν ζωντανές μόνο για μία ειδική… Οι πρωτοπόροι Άρης Βωβός- Κώστας Φερτάκης βγαίνουν με πολλές τούμπες από το δρόμο με τη λευκή Deltona στον Βάβδο και οι Λεωνίδας Κύρκος- Γιάννης Σταυρόπουλος καθυστερούν σημαντικά από σπασμένο κεντρικό άξονα. Με τα δύο κορυφαία ελληνικά πληρώματα εκτός διεκδίκησης της νίκης, ο Ιταλός Sergio Pianezzola (Lancia HF Integrale) τα καταφέρνει περίφημα, όταν εγκαταλείπει ο συμπατριώτης του και νικητής της προηγούμενης χρονιάς Vanio Pasquali (Ford Escort RS Cosworth).
Η πρώτη Ελληνική επικράτηση στην εποχή του Group A έρχεται επιτέλους το 1995!
Δεν προέκυψαν αξιόλογοι επισκέπτες από το εξωτερικό και για πρώτη φορά η μάχη δόθηκε μεταξύ των δύο κορυφαίων ελληνικών πληρωμάτων της εποχής, των Λεωνίδα Κύρκου- Γιάννη Σταυρόπουλου (Ford Escort RS Cosworth) και των Άρη Βωβού- Κώστα Στεφανή (Lancia HF Integrale). Η νίκη κρίθηκε υπέρ των πρώτων στον Άγιο Πρόδρομο, όταν στο πρώτο πέρασμα το πλήρωμα της Deltona που προηγούνταν στο ράλλυ έχασε χρόνο μένοντας από υδραυλική υποβοήθηση, ενώ στο δεύτερο, κι ενώ οι Βωβός- Στεφανής είχαν εξαπολύσει επίθεση για να μειώσουν τη διαφορά, είχαν κλατάρισμα που τους έφερε οριστικά στη δεύτερη θέση.
Άξιοι νικητές οι Λεωνίδας Κύρκος- Γιάννης Σταυρόπουλος που έκαναν καταπληκτικό αγώνα διατηρώντας τον έλεγχο ανά πάσα στιγμή και η ιστορία έγραψε τα ονόματα τους ως τους Έλληνες νικητές του Ράλλυ Χαλκιδικής μετά από 18 χρόνια ξένης κυριαρχίας!
Η ιστορία επαναλαμβάνεται την επόμενη χρονιά με τους ίδιους πρωταγωνιστές και το ίδιο αποτέλεσμα! Οι Richelmi, Bertone αποδείχτηκαν πολύ «λίγοι» για να προβληματίσουν τους Έλληνες και «εμφύλιος» στις ειδικές της Χαλκιδικής! Οι Λεωνίδας Κύρκος- Γιάννης Σταυρόπουλος (Ford Escort RS Cosworth) ήταν πιο γρήγοροι όμως ένα κομμένο ημιαξόνιο και η σκόνη λόγω της σειράς εκκίνησης, τους καθυστέρησε και τους έφερε σε θέση κυνηγού των Άρη Βωβού- Γιάννη Αλβανού (Lancia HF Integrale). Όλα αυτά μέχρι τα μέσα του δεύτερου σκέλους όταν ο «Λέας» πέρασε μπροστά και διατηρήθηκε εκεί μέχρι τον τερματισμό, με ένα κλατάρισμα δύο ειδικές πριν το τέλος να μην αφήνει στον μεγάλο του αντίπαλο την ευκαιρία να παλέψει για την ανατροπή.
Το σερί των Ελληνικών επιτυχιών σπάει το 1997 ο μετέπειτα Πρωταθλητής Ευρώπης Krzystof Holowczyc με Subaru Impreza 555. Όχι, ο Πολωνός δεν ήταν πιο γρήγορος από την «Εθνική Ελλάδος», την οποία αποτελούσαν οι Άρης Βωβός- Γιάννης Αλβανός (Subaru Impreza 555), Λεωνίδας Κύρκος- Γιάννης Σταυρόπουλος (Ford Escort WRC), Γιάννης Παπαδημητρίου- Νίκος Πετρόπουλος (Ford Escort RS Cosworth), όμως η εγκατάλειψη όλων των δικών μας στο πρώτο σκέλος του έκανε δώρο τη νίκη!
Ο Βωβός ήταν ο ταχύτερος μέχρι να βγει από το δρόμο, ενώ εν τω μεταξύ είχε απαλλαγεί από την πίεση του Κύρκου που έμεινε στην κερκίδα προδομένος από τον κινητήρα του Escort. Ο πίνακας συμμετοχών εκείνη τη χρονιά ήταν ιδιαίτερα ποιοτικός με πολλούς καλούς, κυρίως «ανατολικούς», συνδυασμούς να πλασάρονται στις πρώτες θέσεις προσφέροντας θέαμα.
Ελληνική ήταν η υπόθεση «νίκη» το 1998! «Ουδείς επιπέδου Richelmi (Subaru Impreza 555), Baldykov (Subaru Impreza WRC), ακόμη και ο Fiorio με Ford Escort Cosworth, ικανός να αντιμετωπίσει στα ίσα τα κορυφαία ελληνικά πληρώματα» διαβάζουμε στους 4Τροχούς ετοιμάζοντας τις βαλίτσες για το «ορμητήριο» μας στη Συκιά και όντως οι ξένοι δεν διεκδικούν τη νίκη μέχρι να εγκαταλείψουν. Κυρίαρχοι του παιχνιδιού οι Άρης Βωβός- Γιάννης Αλβανός που κέρδισαν εύκολα με Subaru Impreza WRC, με τους Γιάννη Παπαδημητρίου- Νίκο Πετρόπουλο και Λεωνίδα Κύρκο- Γιάννη Σταυρόπουλο (έχασαν πολύ χρόνο από κλατάρισμα) με τα Ford Escort WRC να συμπληρώνουν το γαλανόλευκο βάθρο.
Δυστυχώς όλα αυτά τα χρόνια δεν βρέθηκε κάποιος Έλληνας οδηγός να ακολουθήσει το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ράλλυ, με τη σημαντικότερη επιτυχία στο θεσμό να καταγράφεται η 6η θέση στη βαθμολογία του Γιάννη Παπαδημητρίου το 1999 μετά τη νίκη του στο Ράλλυ Χαλκιδικής.
Οι Γιάννης Παπαδημητρίου- Κώστας Στεφανής- Subaru Impreza WRC αποδείχτηκαν ο πιο αξιόπιστος συνδυασμός του ράλλυ, αφού για να σκαρφαλώσουν στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου ευνοήθηκαν από τις διαδοχικές εγκαταλείψεις των Βωβού- Αλβανού (Toyota Corolla WRC) και Richelmi– Delorme (Subaru Impreza WRC) που κατείχαν το προβάδισμα, και την καθυστέρηση των Κύρκου- Σταυρόπουλου (Ford Escort WRC) που τερμάτισαν δεύτεροι. Ήταν η χρονιά που οι κύριοι διεκδικητές του Ευρωπαϊκού τίτλου συμμετείχαν με δικίνητα αυτοκίνητα της κατηγορίας F2, με τον Pavel Sibera με το εργοστασιακό Skoda Octavia Kit Car να επικρατεί στη Χαλκιδική του μετέπειτα πρωταθλητή Enrico Bertone (Renault Megane Kit Car) και τις εντυπώσεις να κλέβει το νέο, τότε, Citroen Saxo Kit Car που σημείωσε κορυφαίους χρόνους στα χέρια του Patrick Magaud!
Ο «ασφάλτινος» Henrik Lundgaard (Toyota Corolla WRC) κέρδισε κατά κράτος στο Ράλλυ Χαλκιδικής του 2000 τους Άρη Βωβό-«Ελ-Εμ» με ίδιο αυτοκίνητο και κατέκτησε το ERC, ενώ την επόμενη χρονιά οι Έλληνες Πρωταθλητές, με Subaru Impreza WRC αυτή τη φορά, δεν είχαν αντίπαλο για τη νίκη. Το 2001 ήταν και η τελευταία χρονιά που διεξήχθη το Ράλλυ Χαλκιδικής πριν τη μεταφορά του στην Πελοπόννησο, ενώ επέστρεψε για μια “one–off” εμφάνιση το 2007 ως ο μοναδικός μικτός αγώνας του ERC με διαδρομές σε άσφαλτο και χώμα!
Ένας Τούρκος, ο Volkan Isik ήταν ο νικητής του τελευταίου Ράλλυ Χαλκιδικής της ιστορίας! Σε έναν αγώνα που απέσπασε τα καλύτερα σχόλια των αγωνιζομένων και της FIA ο οδηγός του Fiat Punto S2000 εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο τις δυνατότητες του αυτοκινήτου του και έγινε ο μοναδικός «γείτονας» που κέρδισε στην Ελλάδα! Η μάχη του με τον Πρωταθλητή Ευρώπης εκείνης της χρονιάς Simon Jean–Joseph που συμμετείχε με Citroen C2 S1600 ήταν συγκλονιστική στο ασφάλτινο σκέλος με τη διαφορά τους να μην ξεπερνάει σε κανένα σημείο της πρώτης ημέρας τα 2 δευτερόλεπτα!!! Το τελικό αποτέλεσμα του αγώνα ίσως ήταν διαφορετικό αν το διαφορικό στο Mitsubishi Lancer Evo IX των Άρη Βωβού- «Ελ-Εμ» δεν «εγκατέλειπε» το ελληνικό πλήρωμα, που εξαπέλυσε δριμεία επίθεση στο χώμα αλλά δυστυχώς δεν ολοκλήρωσε.
Από τους τόσους ξένους επισκέπτες του Ράλλυ Χαλκιδικής δεν ξεχνάμε τους πολλούς φίλους Κύπριους, Τούρκους, Βούλγαρους, Πολωνούς κτλ που τιμούσαν κάθε χρόνο τη χώρα μας με τη συμμετοχή τους. Ενδεικτικά θα αναφέρουμε τα ονόματα των Kolev, Recordati, Bublewicz, Yerlici, Kocibey, Ferjancz, Avci, Richelmi που δεν έβγαζαν σχεδόν ποτέ το Χαλκιδικής από το πρόγραμμα τους. Υπήρξαν χρονιές που τον ελληνικό αγώνα του ERC επέλεξαν διεθνή «ενιαία» για την ανάδειξη νέων ταλέντων όπως το γαλλικό κύπελλο με τα Peugeot 104 ZS, το αντίστοιχο με Talbot Samba ή το Cinquecento Troffeo που «ήρθε» στη Βόρεια Ελλάδα δύο φορές!
Ο πολυνίκης του Ράλλυ Χαλκιδικής είναι ένας… συνοδηγός! Ο Luciano Tedeschini είναι ο μοναδικός που έχει κερδίσει τον αγώνα τέσσερις φορές, με τρεις διαφορετικούς οδηγούς μάλιστα, αφού επικράτησε δίπλα στον Tabaton το ’86 και το ’88, στο πλευρό του Liatti το ’91 και στο δεξί bucket του Pasquali το ’93!
Μια ζωή Ράλλυ Χαλκιδικής για τον Βασίλη Τσομπανόπουλο που συμμετείχε σχεδόν σε όλα που διεξήχθησαν, είτε με το μαύρο Opel Kadett, είτε με την κόκκινη “Johnny” Opel Ascona, είτε με τα Opel Ascona 400 και Lancia Delta 4WD στα χρώματα της Monroe, είτε με το βαθύ μπλε Ford Sierra Cosworth. Περισσότερες από 20 συμμετοχές είχαν στη Χαλκιδική και οι Μανώλης Παναγιωτόπουλος, Σωτήρης Χατζητσοπάνης και Χάρης Καλτσούνης!
Θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθούν στο αφιέρωμα οδηγοί όπως οι «Ιαβέρης», «Λεωνίδας», Αποστόλου, «Στρατισίνο», Σωτήρης Χατζητσοπάνης, Νιώρας για τις «ελληνικές» τους νίκες σε επίπεδο γενικής, οι Παναγιωτόπουλος, Γιαγνίσης, Κοκκίνης, Βαζάκας, Πάνος Χατζητσοπάνης, Μοσχούτης, Μανώλης Χαλιβελάκης, Ζήβας, Γκάλλο, ”Dim” για τις επιδόσεις τους στις μικρότερες συνήθως κατηγορίες στις πανέμορφες ειδικές της Χαλκιδικής, οι «βόρειοι» Τσομπανόπουλος, Καλεμτζάκης, Μανωλόπουλος, Χαμπής, Τοψής, Ψηφίδης, Κώστας Τανούσης που πάντα είχαν τις δικές τους μάχες στα βουνά της χερσονήσου.
Δεν θέλουμε να επεκταθούμε σε αυτές τις γραμμές στον πόλεμο που δέχθηκε ο αγώνας από τον «ειδικό» τύπο με αποτέλεσμα την “πολυπόθητη” κάθοδο του στο «νότο» και εν τέλει τον αφανισμό του από το χάρτη… Κρατάμε το ότι οι ίδιοι άνθρωποι που το καταδίκαζαν, αναπολούν το Ράλλυ Χαλκιδικής και ακόμη και σήμερα μιλάνε για αυτό με τα καλύτερα λόγια…
Όχι, δεν τρέφουμε ψευδαισθήσεις ότι το Χαλκιδικής κάποια στιγμή θα επιστρέψει… Και ο λόγος δεν είναι το ότι τα “Σήμαντρα”, η “Ορμύλια”, ο “Πολύγυρος” ασφαλτοστρώθηκαν εδώ και πολλά χρόνια. Υπάρχουν ακόμα στην περιοχή τα «χώματα» που μπορούν να υποστηρίξουν αγώνα του Ευρωπαϊκού, αλλά και του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος Ράλλυ, υπάρχουν ακόμα οι ειδικές που χαρακτηρίστηκαν ως οι καλύτερες χωμάτινες της Ελλάδας. Δυστυχώς δεν υπάρχει όραμα που να εμπνεύσει τους διοικούντες του σπορ στην Ελλάδα, δεν υπάρχει η διάθεση/θέληση να εκτιμηθούν οι ωφέλειες της τοπικής κοινωνίας και του τουρισμού, ώστε να προκύψουν οι χορηγοί που θα στηρίξουν ένα τέτοιο γεγονός παγκόσμιας εμβέλειας και μονίμως η δικαιολογία κρύβεται πίσω από την οικονομική κρίση…
«…Λίγες ώρες αργότερα, πολύς ανομοιογενής κόσμος μαζεύτηκε στο Πόρτο Καρράς για την απονομή των βραβείων. Πολλά χειροκροτήματα, πολλά χαμόγελα και ευγένειες, η τηλεόραση, ο σικ γυναικείος πληθυσμός, η πισίνα και στο βάθος τα αγνά βουνά της Χερσονήσου…»
…και διηγώντας τα να κλαις…
Πηγές: Αρχείο Χάρη Κλαμούρη, ewrc-results, 4Τροχοι, Auto Express, Drive
Οι νικητές: